ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ

Βήματα/ενέργειες ενάντια στα πειθαρχικά και για την επιβολή των μονιμοποιήσεων των νεοδιόριστων εκπαίδευτικών

ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΑ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ ΚΑΙ ΝΙΚΗΣ! ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΑ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΩΞΕΙΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΑΛΛΙΩΣ ΜΕ ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΜΙΣΘΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ, ΓΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΑΓΑΘΑ (ΥΓΕΙΑ-ΠΑΙΔΕΙΑ-ΑΣΦΑΛΙΣΗ-ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ)

Ο αγώνας του εκπαιδευτικού κινήματος ενάντια στην αξιολόγηση, την κατηγοριοποίηση και τον ανταγωνισμό σχολείων κι εκπαιδευτικών εδώ και τρία χρόνια έχει κατορθώσει να μπλοκάρει σημαντικές αντιεκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις που προωθεί η κυβέρνηση. Χιλιάδες νεοδιόριστες/οι μόνιμες/οι, αναπληρωτές/τριες, η συντριπτική πλειοψηφία του κλάδου, έχουν πάρει θέση ενάντια στην κυβερνητική πολιτική στην εκπαίδευση, την έχουν απονομιμοποιήσει, έχουν αποδείξει τις βασικές της επιδιώξεις και τις αντιπαλεύουν.

Το Υπουργείο Παιδείας και η κυβέρνηση χρησιμοποιούν τις απειλές, τους εκβιασμούς, τις διώξεις απεργών με στόχο να τρομοκρατήσουν, να υποτάξουν και να «γονατίσουν» τις/τους αγωνιστές/στριες. Διευθυντές/ντριες εκπαίδευσης ΠΕ και ΔΕ απειλούν και εκβιάζουν, καλούν νεοδιόριστες/ους και διευθυντές/ντριες, προϊσταμένες/ους που συμμετείχαν στη διαρκώς επαναπροκηρυσσόμενη απεργία-αποχή από την αξιολόγηση των σωματείων και των ομοσπονδιών να παραλάβουν κλήσεις σε πειθαρχικά. Το ΥΠΑΙΘΑ βλέπει την αντίδραση του εκπαιδευτικού κινήματος ενάντια στην αξιολόγηση τρία χρόνια τώρα και θέλει να την σπάσει! Χαιρετίζουμε τους/τις χιλιάδες νεοδιόριστους/ες που αψήφησαν το όργιο απειλών και χυδαίας τρομοκρατίας της ηγεσίας του υπουργείου και συνεχίζουν στην πρώτη γραμμή του αγώνα!

Την Τρίτη 17/9/2024 πραγματοποιήθηκε πανελλαδική σύσκεψη νεοδιόριστων για τον αγώνα ενάντια στην αξιολόγηση, υλοποιώντας την πρόταση που καταγράφηκε στο ΔΤ του συντονισμού Συλλόγων ΠΕ και ΕΛΜΕ της Τρίτης 10/9/2024. Συζητήθηκαν οι δράσεις για την επιβολή των μονιμοποιήσεων, την οργάνωση κινηματικών, νομικών και άλλων ενεργειών/βημάτων ενάντια στην τρομοκρατία, τις απειλές και τα πειθαρχικά ώστε να υπάρξει η απαραίτητη αγωνιστική συσπείρωση των χιλιάδων συναδέλφων/ισσων που συμμετέχουν πανελλαδικά στην μάχη ενάντια στην αξιολόγηση.

Έχουμε πλήρη επίγνωση ότι η νίκη του αγώνα μας θα εξαρτηθεί πρώτα και κύρια από την κινηματική, πολιτική, μαχητική διεκδίκηση των αιτημάτων μας, τη συνάντησή τους με την εργαζόμενη πλειοψηφία, γονείς, μαθητριες/ες, φοιτητές/τριες και όλη την κοινωνία για την υπεράσπιση των δημοσίων αγαθών, με κυρίαρχη θέση σε αυτή, της παιδείας, ενάντια στην ιδιωτικοποίησή τους και στη λειτουργία τους ως επιχειρηματικές μονάδες με κριτήριο την αγορά και το κέρδος. Βασικό μας μέλημα είναι η ανάπτυξη αγώνων ικανών να ανατρέψουν τα κυβερνητικά σχέδια.

Δίπλα στα πολιτικά, συνδικαλιστικά, κινηματικά μέσα, χρησιμοποιούμε και τα νομικά, γνωρίζοντας το όριο τους και ότι για να έχουμε θετικές εξελίξεις και σε νομικό επίπεδο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι το κίνημα!

Μετά την πανελλαδική σύσκεψη με τους νομικούς του κινήματος, έγινε μια προσπάθεια τα σωματεία να καταγράψουν τα νομικά βήματα που αναφέρθηκαν προκειμένου να μπορέσει να σχεδιαστεί πλήρως μια δυναμική νομικό-συνδικαλιστική απάντηση.

Παρακάτω καταγράφονται ερωτήσεις και απαντήσεις καθώς και οι νομικές δυνατότητες. Ως σωματεία κάνουμε σαφές ότι θεωρούμε σημαντικό όποιες αποφάσεις γύρω από νομικές ενέργειες να εξασφαλίζουν τα εξής κριτήρια: α. να μη «σπρώχνουν» τις/τους συναδέλφισσες/ους στους δικηγόρους β. οι αποφάσεις και οι ενέργειες να πραγματοποιούνται μετά από συλλογικές αποφάσεις και ελέγχοντας την αξία της κάθε νομικής ενέργειας και τη συμβολή της στον αγώνα που δίνει το εκπαιδευτικό κίνημα

Α. Νομοθετικό πλαίσιο σχετικά με την απεργία αποχή:

– Αποτελεί η απεργία αποχή νόμιμη και συνταγματικά κατοχυρωμένη μορφή απεργίας;

Η απεργία αποχή είναι νόμιμη μορφή απεργίας που αναγνωρίζεται και προστατεύεται από το Σύνταγμα και τον νόμο. Η αποχή των εκπαιδευτικών από συγκεκριμένα καθήκοντα προβλέπεται από τις διατάξεις του ν.1264/1982, όπως αυτές έχουν ερμηνευτεί από τα αρμόδια Δικαστήρια (όλως ενδεικτικώς Δ.Εφ. 486/1995 κ.α.) και συνιστά απολύτως νόμιμη, συνταγματικά κατοχυρωμένη μορφή συνδικαλιστικής δράσης, αναγνωριζόμενη ως μορφή απεργίας η οποία καλύπτει τους συμμετέχοντες από κάθε πειθαρχική ευθύνη.

Γνωμοδότηση της νομικής συμβούλου Μ. Μ. Τσίπρα στις 12/9/2021

– Δικαιούνται τα πρωτοβάθμια σωματεία, δηλαδή Σύλλογοι Εκπ/κών ΠΕ και ΕΛΜΕ, να κηρύξουν τα ίδια απεργία-αποχή εφόσον η απεργία-αποχή που κήρυξε το δευτεροβάθμιο συνδικαλιστικό όργανο, δηλαδή ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, έχει κηρυχθεί παράνομη από το δικαστήριο.

Το δικαστήριο μπορεί να κρίνει μια απεργία αποχή ως παράνομη ή/και καταχρηστική, αλλά η απεργία μπορεί να επαναπροκηρυχθεί και στις δυο περιπτώσεις με απόλυτα νόμιμο τρόπο. Η νέα απεργία αποχή θα πρέπει να στηρίζεται σε διαφορετικά και ευρύτερα αιτήματα από αυτήν που έχει κηρυχθεί παράνομη.

Γνωμοδότηση του νομικού συμβούλου Π. Παλαιολόγου στις 5/11/2021

– Αν η απεργία αποχή του δευτεροβάθμιου συνδικαλιστικού οργάνου έχει κηρυχθεί από το δικαστήριο ως παράνομη, συμπαρασύρονται και κρίνονται ως παράνομες και οι απεργίες που θα κηρυχθούν από τα πρωτοβάθμια σωματεία.

Όχι. Μόνο το δικαστήριο μπορεί να κρίνει ως παράνομη την κάθε νόμιμα κηρυγμένη απεργία αποχή. Κάθε απεργία κρίνεται αυτοτελώς. Όπως αναφέρεται και στην γνωμοδότηση του νομικού συμβούλου Π. Παλαιολόγου στις 5/11/2021  «Με άλλα λόγια, για την κήρυξη παράνομης απεργίας και την επέλευση των προβλεπόμενων δυσμενών συνεπειών  σε βάρος των απεργών απαιτείται προσφυγή του εργοδότη (και επί απεργίας δημοσίων υπαλλήλων, του Δημοσίου) ενώπιον της Δικαιοσύνης και έκδοση αμετάκλητης δικαστικής αποφάσεως, μέχρι τότε ισχύουν όλες οι έννομες συνέπειες νόμιμα προκηρυχθείσας απεργίας».

Γνωμοδότηση του νομικού συμβούλου Π. Παλαιολόγου  στις 5/11/2021

– Γιατί είναι νόμιμη η απεργία αποχή που κήρυξε η ολομέλεια προέδρων της ΔΟΕ την 1/4/2024 ενώ η προηγούμενη της ΔΟΕ είχε κηρυχτεί παράνομη και καταχρηστική από τα δικαστήρια; Τι ισχύει για την απεργία αποχή που κήρυξαν τα πρωτοβάθμια; Και άρα, με βάση το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο της χώρας μας, οφείλουν να είναι απαλλαχτικές οι αποφάσεις των πειθαρχικών και να δικαιώσουν τις/τους απεργούς;

Η απεργία αποχή που κήρυξε η ολομέλεια προέδρων της ΔΟΕ είναι νόμιμη απεργία γιατί είναι νέα απεργία. Και κάθε νέα απεργία οφείλει κατά τον νόμο να κρίνεται από την αρχή με νέα προσφυγή του εργοδότη εναντίων της συγκεκριμένης απεργίας. Το δημόσιο ως εργοδότης των εκπαιδευτικών δεν προσέφυγε ποτέ για τη συγκεκριμένη απεργία αποχή αυτή στα δικαστήρια ώστε να κριθεί παράνομη. Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι επίσης, δεν έχει προσφύγει ποτέ εναντίον της απεργίας αποχής που έχουν κηρύξει πάνω από 80 ΣΕΠΕ και ΕΛΜΕ.

Είναι σημαντικό: α. να προκηρύξουν όλοι οι ΣΕΠΕ ΕΛΜΕ απεργία αποχή από την ατομική αξιολόγηση και τους μέντορες/ενδοσχολικούς συντονιστές και β. οι εκπαιδευτικοί να υπογράφουν και να πρωτοκολλούν και τις δύο δηλώσεις ΑΑ και των ομοσπονδιών και των πρωτοβάθμιων συλλόγων.

Ταυτόχρονα σημειώνουμε τα παρακάτω:

Τόσο από την ίδια την συνταγματική αλλά και υπερνομοθετική αναγνώριση του δικαιώματος της απεργίας όσο και από την ρητή διατύπωση του άρθρου 53 του Ν.3584/2007 προκύπτει με σαφήνεια, ότι η συμμετοχή σε απεργία, οποιασδήποτε μορφής, συνιστά δικαίωμα του εργαζομένου, προστατεύεται πλήρως από την έννομη τάξη και σε καμία περίπτωση η άσκηση ενός νομίμου δικαιώματος δεν μπορεί να ερμηνευτεί ως πειθαρχικό παράπτωμα ή να συνδεθεί έμμεσα ή άμεσα με την επιβολή οποιουδήποτε δυσμενούς διοικητικού ή άλλη μορφής μέτρου εις βάρος του υπαλλήλου, καθώς κάτι τέτοιο, θα έπληττε καίρια τον πυρήνα του δικαιώματος της απεργίας, συνιστώντας μάλιστα απαγορευμένη κατά τον Ν.1264/1982 ανταπεργία.

Ως ανταπεργία νοείται κάθε συλλογικό μέτρο, το οποίο λαμβάνει ο εργοδότης, που είτε εκφράζεται με άμεσες είτε με υποκρυπτόμενες συμπεριφορές, όπως η θέση σε διαθεσιμότητα ή η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας, υπό την αίρεση της αποδοχής των όρων, που επιβάλλει ο εργοδότης ή η επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων  και αποσκοπεί στο να εξαναγκαστούν οι απεργοί να παραιτηθούν από τις διεκδικήσεις τους και να απόσχουν από αγωνιστικά μέτρα (Λ. Ντάσιου Εργατικό Δικονομικό Δίκαιο Τόμος Β/ΙΙ σελ. 1003). Η ανταπεργία γενικά απαγορεύεται σύμφωνα με το άρθρο 22, παρ.2 του Ν.1264/1982, χωρίς διακρίσεις είτε πρόκειται περί φανερής είτε περί υποκρυπτόμενης ανταπεργίας, έχει εφαρμογή η απαγορευτική διάταξη του άρθρου 22, παρ.2 του Ν.1264/1982.

Επίσης, η ανταπεργία απαγορεύεται έστω κι αν ασκείται προς απόκρουση παράνομης απεργίας, γιατί η διάταξη δεν κάνει καμία διάκριση και δεν εξαρτά την απαγόρευση από την νομιμότητα της απεργίας. Η ανταπεργία μπορεί να εκδηλωθεί με πολλούς τρόπους προκειμένου ο εργοδότης να μη δεχθεί την εργασία όλων ή μέρους των μισθωτών του, επιδιώκοντας να εξαναγκάσει τους απεργούς να απέχουν από τις αγωνιστικές διεκδικήσεις τους. Ένας από τους τρόπους αυτούς είναι όταν ο εργοδότης στρέφεται κατά των μισθωτών που απεργούν ή μη και πέραν από την διάρκεια της απεργίας, όπως στις περιπτώσεις ολιγόωρων στάσεων εργασίας στις οποίες αρνείται ολότελα την εργασία των μισθωτών του ή μέρους αυτών. Και στην περίπτωση αυτή πρόκειται για ανταπεργία που απαγορεύεται.

Γνωμοδότηση του νομικού συμβούλου Λαζαράτου Π. στις 26/09/2017

Ταυτόχρονα,

Ως προς την απειλή κίνησης πειθαρχικής διώξεως σε βάρος απεργού υπαλλήλου.

Το άρθρο 23 παρ.2 εδ.γ΄ Συντ. θέτει το δικαίωμα της απεργίας υπό τους «συγκεκριμένους περιορισμούς του νόμου που το ρυθμίζει» ενώ στο εδ.δ΄ προβλέπεται ότι «οι περιορισμοί αυτοί δεν μπορούν να φθάνουν έως την κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας ή την παρεμπόδιση της νόμιμης άσκησής του». Το άρθρο 107 του ΥΚ απαριθμεί στα πειθαρχικά παραπτώματα των δημοσίων υπαλλήλων και οι διατάξεις των άρθρων 107 επ. ΥΚ ρυθμίζουν την διαδικασία κίνησης πειθαρχικής διώξεως σε βάρος δημοσίων υπαλλήλων.

α) Στην υπό έρευνα περίπτωση δεν θα μπορούσε το δικαίωμα της απεργίας να περιοριστεί από τα άρθρα 107 επ. του ΥΚ, διότι το συγκεκριμένο νομοθέτημα (=ν.3528/2007) δεν αποτελεί το νόμο που ρυθμίζει το δικαίωμα της απεργίας και που κατά Σύνταγμα είναι το μόνο νομοθέτημα το οποίο μπορεί επιτρεπτώς να περιορίσει το δικαίωμα ασκήσεως απεργίας. Τέτοιο αντίθετα νομοθέτημα, αποτέλεσε ο προσφάτως ψηφισθείς ν.4808/20212 που εισήγαγε περιορισμούς και προϋποθέσεις στην άσκηση του δικαιώματος της απεργίας στα άρθρα 91 επ. αυτού, επιφέροντας αντίστοιχες τροποποιήσεις στον ν.1264/1982.

Συναφώς, επ’ ουδενί δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο Υπαλληλικός Κώδικας καταστρώνοντας τα πειθαρχικά παραπτώματα του άρθρου 107 είχε υπόψη του την συμμετοχή υπαλλήλου σε απεργιακή κινητοποίηση ή θέλησε να περιορίσει το δικαίωμα απεργίας, θεσπίζοντας οιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα για τον υπάλληλο που απεργεί. Τουναντίον, η πανηγυρική αναγνώριση του δικαιώματος της απεργίας του υπαλλήλου από τον κοινό νομοθέτη και το ότι ο Υπαλληλικός Κώδικας θέλησε να το προστατεύσει και να το αποσυνδέσει από την κίνηση οιασδήποτε πειθαρχικής σε βάρος του διαδικασίας, επιβεβαιώνεται από την πάγια διάταξη της παρ.3 του άρθρου 107 ν.3528/2007 που ορίζει τα εξής:

«3. Σε καμιά περίπτωση δεν συνιστά ανάρμοστη συμπεριφορά ή αναξιοπρεπή ή ανάξια για υπάλληλο διαγωγή κατά την έννοια της περίπωσης ε` της παρ. 1 του παρόντος άρθρου η άσκηση συνδικαλιστικής, πολιτικής ή κοινωνικής δράσης.»

Με βάση όλα τα παραπάνω, η κήρυξη νέας απεργίας αποχής από την ολομέλεια προέδρων της ΔΟΕ την 1/4/2024 καθώς και των πρωτοβάθμιων σωματείων ΣΕΠΕ-ΕΛΜΕ δεν προσβλήθηκαν με οποιοδήποτε ένδικο μέσο ενώπιον των δικαστηρίων, διατηρώντας, με τον τρόπο αυτό, το τεκμήριο της νομιμότητάς τους καθ’ ολη τη διάρκειά της. Σημειώνουμε ξανά ότι για την κήρυξη παράνομης απεργίας και την επέλευση των προβλεπόμενων δυσμενών συνεπειών  σε βάρος των απεργών απαιτείται προσφυγή του εργοδότη (και επί απεργίας δημοσίων υπαλλήλων, του Δημοσίου) ενώπιον της Δικαιοσύνης και έκδοση αμετάκλητης δικαστικής αποφάσεως, μέχρι τότε ισχύουν όλες οι έννομες συνέπειες νόμιμα προκηρυχθείσας απεργίας.
Με δεδομένη τη νομιμότητα της εν λόγω απεργιακής κινητοποίησης, η μη συμμετοχή στην αξιολόγηση εξαιτίας της συμμετοχής των εκπαιδευτικών στην απεργία αποχή, δεν μπορεί νομίμως να οδηγήσει σε κίνηση πειθαρχικής διαδικασίας κατά τα άρθρα 107 επ.ΥΚ.

Γνωμοδότικό σημείωμα Λαζαράτου ΑΔΕΔΥ

Γνωμοδοτικό Τσίπρα

Γνωμοδοτικό Παλαιολόγος

Γνωμοδοτικό σημείωμα Παναγοπούλου ΑΔΕΔΥ

Εξώδικο Συλλόγων Α’ Αθηνών, Αθηνά, Αριστοτέλης

– Η Απεργία-Αποχή έχει κρατήσεις από τον μισθό μου;

Όχι, δεν έχει, καθώς αφορά εξωδιδακτικά καθήκοντα που σχετίζονται με τις διαδικασίες της αξιολόγησης (συνεδριάσεις συλλόγων διδασκόντων, συναντήσεις με αξιολογητές, σύναψη συμβολαίου, συμπλήρωση φορμών και πλατφορμών κλπ). Επομένως δεν μπορεί να υπολογιστεί το χρονικό διάστημα που απείχε κάποιος/α, μιας και καλύπτει κανονικά το ωράριο του/της στην τάξη. Επομένως δεν μπορεί να υπολογιστεί κράτηση αντίστοιχη για παράδειγμα με τις στάσεις εργασίας.

– Οι δόκιμοι/ες εκπαιδευτικοί μπορούν να πάρουν απόσπαση ή μετάθεση;

Για τις υπηρεσιακές μεταβολές ισχύει το ίδιο με τους/τις μόνιμους/ες εκπαιδευτικούς. Έχουν πλήρη δικαιώματα αποσπάσεων και μεταθέσεων, εφόσον τηρούν τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις που ισχύουν και για τους/τις λοιπούς/ες εκπαιδευτικούς (υπηρέτηση οργανικής, επαρκή μόρια κλπ). Οι νεοδιόριστοι εκπαιδευτικοί που έχουν συμπληρώσει τη διετή παραμονή στην οργανική τους έχουν ήδη πάρει μεταθέσεις ή αποσπάσεις σε περιοχές που δήλωσαν. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η δυνατότητα μετάταξης που προϋποθέτει τη μονιμοποίηση.

– Η παραμονή στη δόκιμη κατάσταση επηρεάζει τις εργασιακές συνθήκες/δικαιώματα;

Όχι, οι δόκιμοι/ες εκπαιδευτικοί δεν έχουν καμία διαφορά στα εργασιακά τους δικαιώματα με τους μόνιμους. Για όσο καιρό και αν παραμένουν δόκιμοι/ες μετράει κανονικά η προϋπηρεσία τους για όλα τα εργασιακά δικαιώματα (ωράριο, μισθολογική εξέλιξη (αναγνώριση και αλλαγή ΜΚ), προσμέτρηση μορίων, δυνατότητα υπηρεσιακών μεταβολών κλπ).

Σχετικά με ερωτήματα που έχουν τεθεί για την βαθμολογική εξέλιξη (βαθμοί Δ-Α) αυτή σχετίζεται μόνο για την κάλυψη θέσης στελέχους της εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του Ν.4354/2015 (Φ.Ε.Κ.176 τ.Α΄/16-12-2015) έγινε αποσύνδεση μισθού – βαθμού και ορίζεται ότι: «Το προσωπικό της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου εξελίσσεται, ανεξάρτητα από το βαθμό που κάθε φορά κατέχει, σε μισθολογικά κλιμάκια (Μ.Κ.), όπως αυτά ορίζονται στο επόμενο άρθρο κλπ».

– Αποτελεί η απεργία αποχή λόγο επιβολής πειθαρχικών ποινών;

Όχι. Η απεργία αποτελεί δικαίωμα των εργαζομένων, που ασκείται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Μέχρι αυτή να κηρυχθεί παράνομη από το δικαστήριο, είναι νόμιμο να εξασκείται από τους εργαζόμενους και δεν μπορεί να ασκηθεί ποινή στους εργαζόμενους/ες. Είναι απολύτως απαγορευμένο, οποιοδήποτε μέτρο αποσκοπεί ή επιδιώκει στον εξαναγκασμό των εργαζομένων, που συμμετέχουν σε απεργία αποχή, είτε με τη μορφή της απειλής ή επιβολής πειθαρχικών κυρώσεων είτε με την μορφή της στέρησης δικαιωμάτων υπηρεσιακής φύσεως, όπως η συμμετοχή σε διαδικασίες επιλογής προϊσταμένων, επισύροντας μάλιστα ποινικές ευθύνες στο πρόσωπο του εργοδότη και των εκπροσώπων του. Τυχόν δε νομοθετική διάταξη, που θα άγει σε πειθαρχικές συνέπειες ή άλλης μορφής κύρωση εις βάρος των απεργών υπαλλήλων και μάλιστα αναδρομικά, είναι πρωτίστως αντισυνταγματική και ως τέτοια ελέγχεται από τα Δικαστήρια.

Από την γνωμοδότηση της νομικής συμβούλου της ΔΟΕ Μ. Μ. Τσίπρα στις 12/9/2021

Γνωμοδότηση νομικής συμβούλου της ΔΟΕ Μ.Μ. Τσίπρα στις 25/2/2021

Γνωμοδότηση του Γ. Καζάκου Ομότιμου Καθηγητή Εργατικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ για την απεργία – αποχή της ΑΔΕΔΥ από την αξιολόγηση στις 26.9.2017

Β. Μονιμοποιήσεις νεοδιόριστων που έχουν κλείσει τη διετία ή/και έχουν δικαιωθεί από τα διοικητικά εφετεία

Αρχικά δηλώνουμε ότι παρανομεί κάθε Διεύθυνση Εκπαίδευσης ΠΕ/ΔΕ που δεν έχει μονιμοποιήσει τους/τις νεοδιόριστους/ες εκπαιδευτικούς που έχουν κλείσει την δόκιμη διετία.

Ακόμα περισσότερο παρανομούν κατάφωρα οι διευθύνσεις Δυτικής Αττικής και Α’ Αθήνας για τις οποίες υπάρχουν αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθήνας που για τους νεοδιόριστους του 2020 ορίζουν σαφώς ότι πρέπει να μονιμοποιηθούν αυτοδικαίως με βάση τα προβλεπόμενα από το άρθρο 40 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα αφού συμπλήρωσαν τη διετή δόκιμη περίοδο. Την ίδια στιγμή, με βάση την αρχή των «ομοίων πράξεων» οι αποφάσεις αυτές συμπαρασύρουν και τις άλλες χρονολογίες νεοδιόριστων εκπαιδευτικών.

Σε κάθε περίπτωση οι δύο αποφάσεις των διοικητικών εφετείων είναι κατά τον νόμο άμεσα εκτελεστές (ΠΔ18/1989) και υποχρεώνουν τη διοίκηση να συμμορφωθεί στην υλοποίησή τους. Οι αποφάσεις των διοικητικών εφετείων εκτελούνται άμεσα χωρίς να υποχρεώνονται να έχει τελεσιδικήσει σε ανώτερο βαθμό η υπόθεση. Άρα, αυτά που διακινούνται από τις διευθύνσεις εκπαίδευσης ότι περιμένουν να γίνει νέα προσφυγή του ΥΠΑΙΘΑ και να τελεσιδικήσει, είναι νομικά αστήριχτες μια και με βάση το υπάρχον νομικό πλαίσιο οφείλουν να τις εφαρμόσουν τώρα!

Εδώ να αναφέρουμε ότι ο ν.4823/2021 (νόμος-πλαίσιο της αξιολόγησης) δεν περιλαμβάνει κάθε πτυχή της διαδικασίας, με αποτέλεσμα η Διοίκηση (και όχι η Βουλή των Ελλήνων) τελικά να νομοθετεί βγάζοντας εφαρμοστικές και όχι ερμηνευτικές (του νόμου) εγκυκλίους. Επίσης, θα πρέπει να τονιστεί ότι ο ίδιος νόμος περιγράφει μια διαδικασία για δημοσίους υπαλλήλους της ίδιας υπηρεσίας, οι οποίοι παρέχουν ίδιο έργο. Όμως, η διαδικασία αυτή συνδεόμενη με την μονιμοποίηση των υπό δοκιμή εκπαιδευτικών καταλήγει σε άνιση αντιμετώπισή τους. Αυτό ισχύει καθώς για ένα μόνιμο εκπαιδευτικό που αξιολογείται οριστικά σαν «μη ικανοποιητικός» οδηγεί στο ότι πρέπει να επιμορφωθεί για να βελτιωθεί η εκπαιδευτική διαδικασία, ενώ στον άλλο δημόσιο υπάλληλο (δόκιμο) οδηγεί στο ότι πρέπει να επαναλάβει την διαδικασία και δεν μονιμοποιείται με περαιτέρω δυσμενείς επιπτώσεις π.χ. αδυναμία μετάταξης, μη λήψης δανείου, ψυχολογική επισφάλεια για τη θέση εργασίας κ.ο.κ. Με άλλα λόγια δεν υπάρχει αναλογικότητα.

Με βάση τα παραπάνω οι ΣΕΠΕ/ΕΛΜΕ έχουν δυνατότητα να προχωρήσουν στις παρακάτω νομικές ενέργειες:

Για την περίπτωση της επιβολής από τα σωματεία της μονιμοποίησης νεοδιόριστων σε διευθύνσεις που έχουν απόφαση διοικητικού εφετείου

  1. Ακολουθούν τις διαδικασίες της κοινής αίτησης των ΔΟΕ/ΟΛΜΕ
  2. Οι νεοδιόριστοι/ες που έχουν ήδη δικαιωθεί καταθέτουν αιτήσεις για πιστοποιητικό υπηρεσιακών μεταβολών (ΠΥΜ), στο οποίο πρέπει να αναγράφεται ότι οι εκπαιδευτικοί είναι μόνιμοι/ες και όχι δόκιμοι/ες.
  3. Σε περίπτωση που ΔΙΠΕ/ΔΙΔΕ δεν συμμορφώνονται στην άμεση εφαρμογή της δικαστικής απόφασης τότε μπορούν να προσφύγουν (ΣΕΠΕ, ΕΛΜΕ, ΔΟΕ, ΟΛΜΕ) στο τριμελές συμβούλιο συμμόρφωσης στη δικαστική απόφαση, η οποία γίνεται στα διοικητικά δικαστήρια
  4. Τα σωματεία καταθέτουν στις ΔΙΠΕ/ΔΙΔΕ γνωμοδότηση/υπόμνημα που επιδίδεται σε διευθυντ(ρι)ές εκπ/σης και τα μέλη των ΠΥΣΠΕ/ΠΥΣΔΕ που αναφέρει τις προσωπικές, διοικητικές, ποινικές και πειθαρχικές ευθύνες που φέρουν λόγω άρνησης συμμόρφωσης στην δικαστική απόφαση και επιφυλάσσονται για μηνυτήριες αναφορές προς όλους.
  5. Μπορούν να γίνουν αγωγές αποζημίωσης για τη μη μονιμοποίηση των νεοδιορίστων με απόφαση συλλογικών οργάνων

Για την περίπτωση της επιβολής από τα σωματεία της μονιμοποίησης όλων όσοι δεν έχουν μονιμοποιηθεί (νεοδιόριστοι/ες των ετών 2020-2021-2022) και έχει συμπληρωθεί η διετής δόκιμη περίοδος

  1. Όλες/Όλοι οι νεοδιόριστοι του 2020, 2021 και 2022 συμπληρώνουν, και υπογράφουν την κοινή αίτηση των ομοσπονδιών (ΔΟΕ, ΟΛΜΕ) και το υπόδειγμα αίτησης που επισυνάπτουμε (για τις περιπτώσεις που για κάποιο λόγο δεν έχει προχωρήσει η κοινή αίτηση) με την οποία αιτούνται να υλοποιηθούν όλες οι νόμιμες και απαραίτητες ενέργειες τις οποίες είναι υποχρεωμένη και πλέον και δικαστικά δεσμευμένη η ΔΙΠΕ/ΔΙΔΕ να πράξει για την μονιμοποίηση (σύμφωνα και με τις διατάξεις του αρ. 40 του ν. 3528/2007 στις οποίες άλλωστε αναφέρονται και οι αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών) και την επίσημη κοινοποίηση των αντίστοιχων διαπιστωτικών πράξεων.
  2. Οι ΔΙΠΕ/ΔΙΔΕ είναι υποχρεωμένες εντός 60 ημερών να απαντήσουν στην αίτηση των νεοδιόριστων. Σε περίπτωση μη απάντησης μετά τις 60 μέρες θεωρείται σιωπηρή άρνηση των ΔΙΠΕ/ΔΙΔΕ να μονιμοποιήσουν αυτοδικαίως τους νεοδιόριστους με την συμπλήρωση της διετίας, το οποίο πρόκειται για οφειλόμενη παράλειψη.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, είτε αρνητικής απάντησης είτε της σιωπηρής άρνησης, τότε με απόφαση των ΔΟΕ/ΟΛΜΕ/ΣΕΠΕ/ΕΛΜΕ πρέπει να κινηθούν διαδικασίες προσφυγής για τη μη μονιμοποίηση των νεοδιόριστων, καταθέτοντας στα διοικητικά δικαστήρια αίτηση ακύρωσης της άρνησης μονιμοποίησης (μέσα σε 60 μέρες από την αρνητική έγγραφη απάντηση ή μέσα σε 90 ημέρες από την μη απάντηση). Πρόκειται για ομαδικό δικόγραφο με ατομικές αιτήσεις.

  1. Και σε αυτές τις περιπτώσεις κατατίθεται στις ΔΙΠΕ/ΔΙΔΕ γνωμοδότηση/υπόμνημα που επιδίδεται σε διευθυντ(ρι)ες εκπ/σης και τα μέλη των ΠΥΣΠΕ/ΠΥΣΔΕ που αναφέρει τις προσωπικές, διοικητικές, ποινικές και πειθαρχικές ευθύνες που φέρουν λόγω άρνησης συμμόρφωσης στην δικαστική απόφαση και υπάρχει η νομική δυνατότητα αγωγών αποζημίωσης για τη μη μονιμοποίηση των νεοδιορίστων με απόφαση συλλογικών οργάνων

 

Γ. Ενέργειες ενάντια στις απειλές ή και την επίδοση πειθαρχικών σε απεργούς εκπαιδευτικούς

Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, η παραπομπή ενός/μιας εκπαιδευτικού σε πειθαρχικό (όλα τα παρακάτω αφορούν όλα τα θέματα κι όχι μόνο την αξιολόγηση) ακολουθεί την εξής διαδικασία:

Προκειμένου να διαπιστωθεί η τέλεση του όποιου πειθαρχικού παραπτώματος, των προσώπων που τυχόν ευθύνονται και η διερεύνηση των συνθηκών κάτω από τις οποίες αυτό έχει τελεστεί, διατάσσεται προανάκριση ή ένορκη διοικητική εξέταση (ΕΔΕ). Η ΕΔΕ δεν συνιστά έναρξη πειθαρχικής δίωξης.

Κατά τη διενέργεια της ΕΔΕ ο/η εγκαλούμενος/η υπάλληλος καλείται υποχρεωτικά σε εξέταση, εξετάζεται ανωμοτί και πρέπει να παρίσταται με δικηγόρο με σκοπό να εξετάσουν αν τελούνται οι προϋποθέσεις τέλεσης πειθαρχικού παραπτώματος

Εφόσον εξακριβώνεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο/η υπάλληλο, ο πειθαρχικός προϊστάμενος ασκεί πειθαρχική δίωξη.

Η έναρξη της πειθαρχικής δίωξης γίνεται είτε με την κλήση σε απολογία του πειθαρχικώς διωκόμενου υπαλλήλου είτε με την παραπομπή του στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο. Τα Πειθαρχικά Συμβούλια που εξετάζουν το ειδικό Πειθαρχικό Παράπτωμα του άρθρου 56, ν.4823/2021 συγκροτούνται στις Περιφερειακές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης π.χ. στην Περιφερειακή Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Αττικής, Κεντρικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας κτλ.

Παρά το ισχύον νομικό πλαίσιο, οι ΔΙΠΕ/ΔΙΔΕ, με υπογραφή των Διευθυντ(ρι)ών Εκπ/σης ή των αναπληρωτών τους, στέλνουν κλήσεις σε πειθαρχικά χωρίς να έχει προηγηθεί ΕΔΕ! Οι ΣΕΠΕ/ΕΛΜΕ χρειάζεται να καταθέσουν έγκαιρα και ειδικά όταν υπάρχουν απειλές για κλήσεις σε πειθαρχικά, εξώδικο προς τις ΔΙΠΕ/ΔΙΔΕ με το οποίο να αποδομούν νομικά την έωλη διαδικασία. Αν παρ’ όλα αυτά οι ΔΙΠΕ/ΔΙΔΕ προχωρήσουν σε πειθαρχικές διώξεις (πχ Ροδόπη, Πέλλα, Κιλκίς, Εύβοια) μπορεί και πρέπει να προσβληθεί διοικητικά σε δικαστήριο (αίτηση ακύρωσης) και να ζητηθεί και αποζημίωση.

Για όσους/ες τους/τις απειλούν (τηλεφωνικά ή προφορικά) με πειθαρχικά ενημερώνουν ΑΜΕΣΑ ΣΕΠΕ/ΕΛΜΕ/ΔΟΕ/ΟΛΜΕ ώστε να προχωρήσουν σε εξώδικο προς τον/την διευθυντή/ντρια εκπαίδευσης. Οι πρακτικές αυτές είναι παράνομες και δεν έχουν σχέση με τη χρηστή άσκηση της Δημόσιας Διοίκησης. Γίνονται για να εκφοβίσουν τους εκπαιδευτικούς με σκοπό να συμμετάσχουν στην ατομική αξιολόγηση. Τα μέλη της Διοίκησης που στέλνουν τέτοια μηνύματα ή κάνουν τέτοια τηλεφωνήματα θα πρέπει άμεσα να καταγγέλλονται στο τοπικό πρωτοβάθμιο σωματείο και στις ομοσπονδίες ενώ μπορούν να γίνουν και νομικές ενέργειες εναντίον τους για παράνομες πρακτικές εκφοβισμού και άσκησης ψυχολογικής πίεσης.

Γιατί διοικητικά όργανα, τα οποία τυχόν ήθελε επιχειρήσουν να επιβάλουν τις προβλεπόμενες από το άρθρο 56 του ν.4823/2021 συνέπειες, εις βάρος απεργών υπαλλήλων, υπέχουν πειθαρχικές και ποινικές ευθύνες, ιδίως δε για παράβαση καθήκοντος, αφού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους επιχειρούν να εμποδίσουν την άσκηση ενός νομίμου δικαιώματος και την ίδια στιγμή, παραβιάζουν τις απορρέουσες από το άρθρο 22 του Συντάγματος και από το άρθρο 23 παρ.1 σε συνδυασμό προς το άρθρο 14 παρ.2 του ν.1264/1982 απορρέουσες υποχρεώσεις τους.

Γνωμοδοτικό σημείωμα Τσίπρα 15.9.2021

– Τι κάνουμε όταν ξεκινήσει πειθαρχική δίωξη:

Όσοι τυχόν δεχθούν οποιαδήποτε κλήση (σε προανάκριση/ΕΔΕ/ή πειθαρχικό)

  1. Επικοινωνούν και ενημερώνουν ΑΜΕΣΩΣ το σωματείο τους και τις ΔΟΕ/ΟΛΜΕ
  2. Δεν παραλαμβάνουν οικειοθελώς το έγγραφο κλήσης σε πειθαρχικό –ζητάνε να τους παραδοθεί υπηρεσιακά
  3. Με αίτησή τους ζητούν να παραλάβουν τον πειθαρχικό φάκελο
  4. Με δικηγόρο καταθέτουν ένσταση ακυρότητας ελλείψει ΕΔΕ (παράνομη πρακτική της Διοίκησης να λαμβάνουμε κλήσεις σε απολογία σε Πειθαρχικό Συμβούλιο χωρίς να έχει διενεργηθεί πρώτα Προκαταρκτική Εξέταση (άρθρο 125 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα) ή ΕΔΕ (Ένορκη Διοικητική Εξέταση-άρθρο 126  του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα). Μια τέτοια διαδικασία στόχο έχει να αποδείξει ότι συμμετέχουμε σε νόμιμη απεργία-αποχή (όπως απέδειξαν τα πρωτοβάθμια σωματεία με τους 114 διευθυντές, προϊσταμένες που συμμετείχαν στην απεργία Αποχή από την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας που είχαν κηρύξει τα πρωτοβάθμια σωματεία και δικαιώθηκαν οι ενστάσεις τους από όλα τα ΠΥΣΠΕ πλην της Β’ Αθήνας) και σε νόμιμες στάσεις εργασίας (για τις οποίες μάλιστα μας έχει παρακρατηθεί οικονομικό αντίτιμο από το εκάστοτε Οικονομικό Τμήμα κάθε Διεύθυνσης) και έτσι δεν στοιχειοθετείται Πειθαρχική Δίωξη. Η Διοίκηση παρανομεί εσκεμμένα για να μας εκφοβίσει!

Τι ακολουθεί:

Για να συγκροτηθεί το Πειθαρχικό Συμβούλιο και να εξεταστεί μια πειθαρχική δίωξη μπορεί να περάσουν 2-3-4 χρόνια. Αν δεν εξεταστεί η υπόθεση μέσα σε 5 χρόνια, το οποιοδήποτε παράπτωμα παραγράφεται.

Είναι αυτονόητο, ότι σε περίπτωση, που η Διοίκηση, παρά ταύτα παρανόμως προχωρήσει σε εφαρμογή των προβλεπόμενων στο άρθρο 56 του ν. 4823/2021 υπηρεσιακών και πειθαρχικών συνεπειών, εις βάρος απεργών εκπαιδευτικών, πέραν της συνδικαλιστικής αντιμετώπισης του θέματος είναι δυνατή η προσφυγή στην Δικαιοσύνη, όπως εξάλλου έγινε και στο παρελθόν στην αντίστοιχη περίπτωση του ν. 4489/2017, που ανωτέρω εκτέθηκε.

Γνωμοδοτικό σημείωμα Τσίπρα 15.9.2021

Επίσης, υπάρχει η δυνατότητα μέσα σε 20 μέρες να κάνουμε ένσταση. Η ένσταση κατατίθεται στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο και αναστέλλει την εκτέλεση της πειθαρχικής ποινής. Αυτή η διαδικασία παίρνει περίπου 2 ακόμα χρόνια (μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεσή μας στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο). Αν και το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο εκδώσει καταδικαστική για εμάς απόφαση, έχουμε το δικαίωμα να ζητήσουμε ακύρωση και αναστολή της απόφασης στα Διοικητικά Δικαστήρια.

Μέχρι τότε, είναι επιτακτικό να έχουν προχωρήσει οι δικαστικές προσφυγές για ακύρωση της άρνησης μονιμοποίησης ώστε να μην χρησιμοποιηθούν τα πειθαρχικά ως αιτιολόγηση μη μονιμοποίησης από το ΠΥΣΠΕ/ΠΥΣΔΕ με βάση το άρθρο ΔΚ.

Τέλος, ως Σύλλογοι ΠΕ και ΕΛΜΕ που συμμετείχαμε στον συντονισμό στις 10.9.2024 δηλώνουμε ότι παρέχουμε δίκτυο αλληλεγγύης σε κάθε διωκόμενο/η, πλήρη συνδικαλιστική, πολιτική, νομική και οικονομική κάλυψη σε κάθε απεργό και διωκόμενο εκπαιδευτικό. Δηλώνουμε την αταλάντευτη απόφασή μας να μην αφήσουμε μόνη/ο, ακάλυπτο/η κανέναν και καμία συναδέλφισσα και συνάδελφο απέναντι στις απειλές, τους εκβιασμούς και τις διώξεις, σε όποιο μέρος της Ελλάδας κι αν βρίσκεται και θα πάρουμε όλα τα μέτρα για να το υπηρετήσουμε.

Τονίζουμε ξανά ότι ο αγώνας μας θα φέρει τη νίκη. Όλες οι νομικές ενέργειες που ακολουθούμε έχουν στόχο να λειτουργήσουν προσθετικά ώστε και με αυτούς τους τρόπους να προστατεύσουν το απεργιακό δικαίωμα και όλα τα δικαιώματά μας που κατοχυρώσαμε ακόμα και στη νομοθεσία και το Σύνταγμα με πολλούς και πολλές φορές αιματηρούς αγώνες. Δεν θα τα παραδώσουμε! Μέχρι τη Νίκη!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *